ΤΠΚ τύπου BR-56A Combattante IIIA

Τα Ταχέα Περιπολικά Κατευθυνόμενων Βλημάτων τύπου BR-56A Combattante ΙΙΙΑ είναι γαλλικής προέλευσης και παραγγέλθηκαν τον Σεπτέμβριο του 1974. Είναι παρόμοιας σχεδίασης με την κλάση La Combattante IIa, μεγαλύτερου όμως μεγέθους και εξοπλισμένα και με τορπίλες.

Μια δεύτερη παρτίδα 6 σκαφών παραγγέλθηκε το 1978, τα οποία κατασκευάστηκαν στην Ελλάδα και έφεραν πυραύλους Penguin Mk 2 Mod 3. Για το λόγο αυτό τα 6 αυτά πλοία χαρακτηρίζονται κλάσης BR-56B Combattante IIIb. Οι Combattante IIIA αποτέλεσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα τα ισχυρότερα πλοία της κατηγορίας τους παγκοσμίως, καθώς διέθεταν 4 x MM38 Exocet και 2 πυροβόλα των 76 χιλιοστών σε πλώρη και πρύμνη. Σήμερα, μετά τη λήξη του χρόνου ζωής των Exocet, οι Combattante IIIA εξοπλίζονται με τον πύραυλο επιφανείας RGM-84A Harpoon, που είναι επίσης παρωχημένος. Θεωρητικά το όπλο έχει ακτίνα δράσης 120 χιλιομέτρων, αλλά στην πραγματικότητα δεν ξεπερνά τα 80 περίπου χιλιόμετρα.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Εκτόπισμα385 τόνοι (πλήρες 447 τόνοι)
Μήκος / πλάτος / βύθισμα56,65μ / 8μ / 2,1μ
Ταχύτητα (οικονομική)15 κόμβοι
Ταχύτητα (μέγιστη)36 κόμβοι
Εμβέλεια (ν.μ. / κόμβους)700/32, 2.500/15
Πλήρωμα42 (5 αξιωματικοί)
Κινητήρες4 πετρελαιοκινητήρες MTU 20V 538
TB92 των 17.060 ίππων
Οπλισμός2 x OTO Melara των 76/62 χιλιοστών με βεληνεκές 16χλμ για στόχους επιφανείας και 12χλμ για εναέριους, 2 x δίδυμα πυροβόλα Emerlec-30 των 30 χιλιοστών με δραστικό βεληνεκές 10 χλμ για στόχους επιφανείας και 2,75χλμ για εναέριους, 2 x εκτοξευτές τορπιλών SST-4 Seal των 533 χιλιοστών, 4 x RGM-84D Block.1C Harpoon βεληνεκούς 140χλμ
ΜΟΝΑΔΑΚΑΘΕΛΚΥΣΗΠΑΡΑΔΟΣΗ
Ρ20 - Αντιπλοίαρχος Λάσκος 06/07/197602/04/1977
Ρ21 - Πλωτάρχης Μπλέσσας10/11/197619/07/1977
Ρ22 - Ανθυποπλοίαρχος Τρουπάκης01/01/197708/11/1977
Ρ23 - Ανθυποπλοίαρχος Μυκόνιος05/05/197710/02/1978

Πρόγραμμα εκσυγχρονισμού το 2003

Στις 30 Οκτωβρίου 2003 υπογράφηκε σύμβαση ύψους 104.615.000 ευρώ για τον εκσυγχρονισμό 4 πυραυλακάτων, ανάμεσα στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας και στις ναυπηγικές βιομηχανικές επιχειρήσεις Ελευσίνας. Ο εκσυγχρονισμός περιλάμβανε τη μελέτη, ανασχεδίαση, προμήθεια, εγκατάσταση, ολοκλήρωση και παράδοση των συστημάτων, συσκευών, μηχανημάτων και υλικών. Τα νέα συστήματα είναι παρόμοια με αυτά που τοποθετήθηκαν στις νεότερες Super Vita.

Η χρηματοδότηση του προγράμματος εντάχθηκε στο ΕΜΠΑΕ 2001-2005, ενώ ενεργοποιήθηκε το δικαίωμα προαίρεσης για 2 επιπλέον La Combattante IIIb αυξάνοντας το κόστος του κατά 50.524.425 ευρώ. Τα αντισταθμιστικά ωφελήματα ανήλθαν σε 100% του συναλλαγματικού μέρους της προμήθειας και συμπεριέλαβε υποκατασκευαστικό έργο προς τις ελληνικές βιομηχανίες ύψους 45.894.000 ευρώ (δηλαδή ποσοστό 54,2%). Πέρα από τα αντισταθμιστικά ωφελήματα, στο Ελληνικό Δημόσιο παραδόθηκαν υλικά και υπηρεσίες ονομαστικής αξίας 19.600.000 ευρώ. Οι ελληνικές εταιρείες που εμπλέχθηκαν στην υλοποίηση του προγράμματος ήταν οι ΠΥΡΚΑΛ, ΙΝΤΡΑΚΟΜ και IMTECH. Οι εργασίες εκσυγχρονισμού περιέλαβαν:

  • CMS τύπου TACTICOS με 4 κονσόλες MOC Mk3
  • ραντάρ επιτήρησης αέρος και θαλάσσης 2D Variant μέγιστης εμβέλειας 60 χιλιομέτρων (εναέριοι στόχοι) ή 70 χιλιομέτρων (στόχοι επιφανείας), με ικανότητα εντοπισμού και ιχνήλασης 100 εναέριων και 100 στόχων επιφανείας ταυτόχρονα
  • ραντάρ έρευνας επιφανείας συνεχούς κύματος και χαμηλής πιθανότητας υποκλοπής τύπου SCOUT Mk.2 μέγιστης εμβέλειας 45 χιλιομέτρων
  • ραντάρ ελέγχου πυρός LIROD Mk.2
  • ηλεκτροπτικό σύστημα επιτήρησης και ανίχνευσης στόχων MIRADOR
  • σύστημα ζεύξης δεδομένων Link-11
  • σύστημα ασφαλούς επικοινωνίας WISPR
  • σύστημα εκτόξευσης αναλώσιμων ALEX (Automatic Launch of Expendables) με δύο (2) εξαπλούς εκτοξευτές Mk.137 των 130 χιλιοστών

Πέρα της γενικής επιθεώρησης σκάφους και ηλεκτρομηχανολογικών συστημάτων, κύριο σημείο του προγράμματος ήταν η ενσωμάτωση του τακτικού συστήματος TACTICOS που κυριαρχούσε σε όλα τα πλοία εκείνη την εποχή, ως το κοινό σύστημα πληροφοριών μάχης των ελληνικών πλοίων. Αντίθετα, δεν αναβαθμίστηκε ο οπλισμός του πλοίου, αν και λόγω λήξης του ορίου ζωής των βλημάτων ΜΜ38 Exocet προέκυψε η αντικατάστασή τους σε δεύτερο χρόνο από ισάριθμα βλήματα AGM-84D Harpoon. Δυστυχώς, ο πύραυλος αυτός είναι παρωχημένος, με το μεγαλύτερό του πλεονέκτημά του να είναι ο κινητήρας τούρμποτζετ Teledyne CAE J402 που επιτρέπει τη διατήρησή του σε υπηρεσία για πολλά χρόνια, χωρίς να "λήξει" όπως συνέβη με τους πυραύλους σταθερών προωθητικών καυσίμων. Θεωρητικά, το όπλο έχει μια ακτίνα δράσης 120 χιλιομέτρων, αλλά στην πραγματικότητα περιορίζεται στα 80 χιλιόμετρα περίπου.

Παράλληλα, οι τεχνικές αγκίστρωσης πίσω από μια νησίδα ή μια βραχονησίδα για κάλυψη δεν θεωρούνται πλέον αποτελεσματικές, καθώς η ύπαρξη εκατοντάδων τουρκικών UAV καθιστούν την τακτική αυτή αναποτελεσματική.

Το εξελιγμένο σύστημα επικοινωνίας WISPR Net από την Intracom Defense Electronics κόστισε 1.700.000 ευρώ και παρέχει προηγμένες λειτουργίες ενδοεπικοινωνίας ενώ υποστηρίζει τον έλεγχο των τακτικών επικοινωνιακών υποσυστημάτων, παρέχοντας ασφάλεια, αξιοπιστία, επεκτασιμότητα και ευκολία αναβάθμισης. Yποστηρίζει υψηλές ταχύτητες μεταφοράς δεδομένων, διαχειρίζεται επικοινωνιακά κάθε είδους πληροφορία με ενιαίο τρόπο για τους χρήστες, παρέχοντας τη δυνατότητα ανταλλαγής πάσης φύσεως πληροφοριών και δεδομένων, τόσο εντός όσο και εκτός του πλοίου. Το WISPR-Net μπορεί να καλύψει τις επιχειρησιακές ανάγκες όλων των τύπων πλοίων, ανεξαρτήτως μεγέθους, υποστηρίζοντας ακόμα και συστήματα ευρυζωνικών επικοινωνιών, ενώ αποτελεί την επικοινωνιακή βάση για την υλοποίηση ενός Συστήματος Διοικήσεως Ελέγχου και Επικοινωνιών (ΣΔΕΠ). Στο πρόγραμμα ΕΜΖ συμμετείχαν επίσης:

  • Οι SSMART και Signaal Hellas με εργασίες επί των πλοίων για την εγκατάσταση συστημάτων των ολλανδικών εταιρειών, καθώς και τη σχεδίαση και την παραγωγή τμημάτων λογισμικού του TACTICOS
  • Η INTRACOM Defense Electronics συνεισέφερε το επικοινωνιακό σύστημα WISPR-Net. Η ελληνική εταιρεία ανέπτυξε εξ ολοκλήρου το σύστημα μετά από διεθνή διαγωνισμό με συμμετοχή εταιρειών του εξωτερικού

Παράδοση εκσυγχρονισμένων σκαφών

Στις αρχές του 2007 ολοκληρώθηκε η τελική αποδοχή σε επιχειρησιακές συνθήκες εν πλω (Sea Acceptance Tests - SAT) του ΤΠΚ ΛΑΣΚΟΣ (P20) και στις 22 Απριλίου 2008 το σκάφος παραδόθηκε από τις Ναυπηγικές και Βιομηχανικές Επιχειρήσεις Ελευσίνας (ΝΒΕΕ). Τον Οκτώβριο του 2009 παραδόθηκαν τα "Υποπλοίαρχος ΜΥΚΟΝΙΟΣ" και "Πλωτάρχης ΜΠΛΕΣΣΑΣ", ενώ στις 25 Φεβρουαρίου 2011 παραδόθηκε η πυραυλάκατος "Υποπλοίαρχος ΤΡΟΥΠΑΚΗΣ" (Ρ23), το τέταρτο και τελευταίο σκάφος τύπου Combattante ΙΙΙΑ που υποβλήθηκε σε Εκσυγχρονισμό Μέσης Ζωής από τα Ναυπηγεία Ελευσίνας και Νεωρίου Σύρου.

Πυρκαγιά στο P-22 Μυκόνιος

Το P-22 «Μυκόνιος» παρέμεινε εκτός ενεργού υπηρεσίας για επτά (7) περίπου χρόνια, από τις αρχές του 2010 έως τα τέλη του 2016, λόγω των εκτεταμένων βλαβών που ευπέστη μετά από πυρκαγιά. Συγκεκριμένα, τον Ιανουάριο του 2010 και ενώ εκτελούνταν προγραμματισμένες εργασίες συντήρησης στο Ναύσταθμο Κρήτης, ξέσπασε πυρκαγιά, η οποία προκάλεσε σοβαρότατες ζημιές στο σκάφος. Αν και η αρχική εκτίμηση ήταν ότι θα παροπλιστεί οριστικά, εντούτοις το 2015 ξεκίνησε ένα πρόγραμμα αποκατάστασης και επαναφοράς του σε υπηρεσία. Το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε επιτυχώς και το καλοκαίρι-φθινόπωρο του 2016 το Ρ-22 «Μυκόνιος» ξεκίνησε να εκτελεί τις προβλεπόμενες δοκιμές αποδοχής, οι οποίες ολοκληρώθηκαν με επιτυχία και το σκάφος εντάχθηκε στο στόλο στα τέλη του 2016.

Ηλεκτρολόγος Δημήτρης Ανθής